Πολιτεία, Τόμος 4. Платон
Чтение книги онлайн.
Читать онлайн книгу Πολιτεία, Τόμος 4 - Платон страница 7
– Δεν φαίνεται δε θαυμασία εκ πρώτης όψεως και πολύ χαριτωμένη η τοιαύτη διευθέτησις των πραγμάτων, ώστε να μην έχης την υποχρέωσιν να αναλαμβάνης καμμίαν δημοσίαν λειτουργίαν, όσην και αν έχης ικανότητα προς τούτο, ούτε πάλιν να υπόκεισαι εις καμμίαν εξουσίαν, εάν δεν θέλης, ούτε να πηγαίνης εις τον πόλεμον, ενώ οι άλλοι πηγαίνουν, ούτε να έχης ειρήνην, όταν έχουν οι άλλοι, εάν δεν το επιθυμής εσύ, ή, εάν κανείς νόμος σου αποκλείη το δικαίωμα να γίνης άρχων και δικαστής, εσύ μολαταύτα να γίνεσαι, εάν σου κατέβη εις το κεφάλι; – Ίσως πράγματι εκ πρώτης όψεως. – Έπειτα, τι σου λέγει εκείνη ενίοτε η επιείκεια προς τους καταδικασμένους; ή δεν έτυχε ποτέ να ιδής εις τοιαύτην πολιτείαν ανθρώπους καταδικασθέντας εις θάνατον ή εις εξορίαν, να μένουν και να αναστρέφωνται εν μέσω των άλλων, και ως να μην τον επρόσεχε ή τον έβλεπε κανείς, να περιφέρεται αρειμανίως εν μέση αγορά ως ήρως; – Και πολλούς μάλιστα είδα.
– Εκείνη δε η συγκαταβατικότης των, η απηλλαγμένη και του ελαχίστου ίχνους μικρολογίας; εκείνη η καταφρόνησις προς όλας τας αρχάς, τας οποίας ημείς με τόσην σοβαρότητα και σεβασμόν πραγματευόμεθα, όταν εσχεδιάζαμεν την πόλιν μας, λέγοντες ότι, ουδέποτε, εκτός αν έχη τις τελείαν εκ φύσεως προδιάθεσιν, εκτός αν εκ παιδικής ηλικίας και εν μέσω των παιγνίων του ζη με τα παραδείγματα του καλού και ακολούθως σπουδάση επιμελώς όλα αυτά, είναι δυνατόν να γίνη κανείς ενάρετος και καλός άνθρωπος; με πόσην μεγαλοπρέπειαν ποδοπατή όλας αυτάς τας αρχάς και χωρίς διόλου